21 Νοε 2016

Home trusts

Επιτρέψτε μου ένα ποστ εν Αγγλιστί. Έννεν καν δικό μου. Εδιάβασα το στο τεύχος Οκτωβρίου του the Actuary. Της Jessica Elkin


When I’m visiting my parents of a weekend, I usually have a glance through their Sunday paper. It’s not my favourite – not enough puzzles, for starters – but I like to skim the supplements for easily digestible, content light, autobiographical columns that I dutifully read. Intellectual that I am. (It’s research like this, reader, that has helped me hone my skills for the student page.) One such column is by a woman around my age who writes about her love life. Think Carrie Bradshaw, but less annoying, with fewer “I couldn’t help but wonder”s. It’s very readable, if not especially educational; the last one I read was about getting drunk and going on Tinder. It wasn’t a long column, about half a page, and I surveyed it with curiosity and something bordering on jealousy. I couldn’t help but wonder how she’s managed to land such a cushy deal. Why couldn’t I do that, I thought? Why don’t I get paid to write pulp non-fiction for Sunday lazing and poolside entertainment? It seemed deeply unfair. Mostly she writes fluff about failed romantic pursuits – hah!
Like we don’t all have plenty of material for that.

Where there’s a will
The thing is, I could be doing that.Or at least, I could be trying to do that. The fact of the matter is, I can count on no hands the number of articles I’ve sent to any non-actuarial publication for consideration, unless of course you count that letter I got published in The Times in 2010. I am still dining out on that particular victory. I’m sure this other writer outdid me in her efforts to reach the dizzy heights of supplement-padding fame. So to answer the question of why I’m not a paid column writer, the crux of the matter is that I don’t want to be. Not really. If I wanted to do it then I would research what’s currently out there in different publications, come up with my own unique spin, write some samples, and submit them for consideration. Repeat ad nauseum until success.
There’s a great article by Mark Manson called The Most Important Question Of Your Life, in which he writes about the difference between actually wanting something and just enjoying the dream of it. “If you want the benefits of something in life,” he says, “you have to also want the costs. If you want the beach body, you have to want the sweat, the soreness, the early mornings, and the hunger pangs. If you want the yacht, you have to also want the late nights, the risky business moves, and the possibility of annoying a person or ten thousand.” Otherwise, he says, you don’t want it at all. You just enjoy the fantasy. (This is possibly why I don’t have the beach body or the yacht.)

Job application
I’ve been considering the application of this concept both to life in general, and to work. There’s a partner at my firm who has enjoyed a particularly impressive, and enviable, career trajectory. I discussed this with a different partner. He told me that, as he saw it, the reason for the first guy’s success was that he “didn’t ask permission”. This has since stuck with me.
I’m not saying he just scribbled ‘partner’ on his business cards and edited his email signature. It’s that when he wanted to do something professionally, he grabbed the bull by the horns and went right ahead. We’re not all naturally possessed of that sort of boldness, but we could force it. ‘Fake it till you make it,’ as they say. Or, as Brad Pitt says in his appalling turn as Achilles in Troy: "TAKE IT, IT'S YOURS!"
Actuaries don’t lack enthusiasm. We have it in spades. But diffidence is also in abundance. 
Socrates is often misquoted as having said that true wisdom is in knowing that you know nothing. That may be so, and actuaries are pretty wise, but that attitude is not going to get you anywhere in life.
What I am saying boils down to:work out what you want, and then go out and get it. 
Now I only have to follow my own advice. Easy, right?

13 Νοε 2016

Μασκοφόρος Μασκοφόρου

Επροσγειώθηκε στην πίσω αυλή της βίλας. Με εφφέ, έκαμε τζιαι το superhero landing, το γνωστό. Μπορεί να ήταν λλίο υπερβολικό, ένα φράχτη θκιο μέτρα εππήδησε αλλά άτε. Την κκάπα εν τη βάλλει, εν υπερβολή είπε, ας κρατήσει τη χαρά των superhero landings. Τελοσπάντων, η αποστολή έπρεπε ναν σύντομη. Τσακ μπαμ, να μπει να φκει.
Η ιστορία εξεκίνησε που πέρσι. Αγανάκτησε με τον Παντελίδη. Ντάξει, ποτέ δεν τον εσυμπάθησε ιδιαίτερα αλλά με το νέο τραγούδι με τον Τουρκοκύπριο του βίδωσε. Τα παιξε. Έπιασε το πρώτο αεροπλάνο για Αθήνα τζιαι εκανόνισε τον. Έπρεπε να φανεί σαν ατύχημα βέβαια. Όπως τζιαι τωρά. Ντάξει, εψιλομετάνιωσε το. Ένα τραγούδι ήταν, ένας τραγουδισταράς των μπουζουκιών ήταν, νεαρός τζιόλας που τον αγαπούσε τόσος κόσμος. Γι'αυτό του βίδωσε βέβαια, που ήταν λες τζιαι επρόδωσε την αγάπη του κόσμου. Τζιαι ναι, το τραγούδι εν τζιαι λαλεί τζιαι τίποτε. Αλλά ήταν τυφλός, τζιαι για τα λογικά του έσιει τζιαιρό που έσιει αμφιβολίες. Ό,τι έγινε έγινε. Τζιαι ας του χρειάστηκε μήνες να θωρεί το ταβάνι, τζιαι να καπνίσει φυτείες τζιαι φυτείες για να το χωνέψει τζιαι να το ξεπεράσει. Γι'αυτό επήρεν του μήνες να επιστρέψει στη δράση. Τι επιστροφή είναι τωρά με ένα περιστατικό στη δράση του, άλλη κουβέντα.
Εποσκολιέτουν τζιαι με τη δουλειά στο γραφείο, εγέννησε τζιαι η γυναίκα του, εν ήταν τζιαι ό,τι πιο εύκολο να  γυρίζει να κάμνει τον ήρωα. Να "κάμνει"; Όι, όι, πρέπει να αρκέψει να το λαλεί τζιαι ο ίδιος του εαυτού του ότι ΕΙΝΑΙ ήρωας αλλιώς εν θα γινεί ποτέ πραγματικότητα. Τούντους μήνες που μεσολαβήσαν εσχεδίαζε το μες στον νου του. Ποιός θα ήταν ο επόμενος που θα πληρώσει για ό,τι έκαμε των Κυπραίων; Η λίστα, μάσιαλλα μεγάλη. Κάποιοι όμως ήταν, κακά τα ψέματα, απλησίαστοι. Μεγάλο το ρίσκο να προσπαθήσει να τους κοντέψει, ήταν ακόμα ερασιτέχνης εξάλλου. Αλλά έστησεν το μες στον νου του. Ήβρε μια μασκούα, έκαμε τζιαι logo, όι πώς θα χρησιμέψει κάπου, να βρέθεται, ήβρε τζιαι όνομα, Μασκοφόρος Μασκοφόρου. Για να δηλώνει τζιαι την καταγωγή του. Ναι, το χιούμορ τζιαι ο σαρκασμός του έλειπε, του θλιβερού ανθρωπάκου. Ήταν όμως μια διέξοδος, ένιωθε ζωντανός μόνο που το εσκέφτετουν. Καμιά σχέση με τον κακομάζαλο υπάλληλο ραδιοταξί. Ούτε καν οδηγός ταξί, να γνωρίζει κόσμο, να συζητά, τηλεφωνητής ήταν στο κέντρο. Τζιαι καμιά σχέση ο Μασκοφόρος Μασκοφόρου με τον οικογενειάρχη, που έμπαινε σπίτι (Διαμέρισματούι) τζιαι έθελε να δώκει που το παράθυρο κάτω που τα προβλήματα που είσιε να αντιμετωπίσει. Αντί να διοχετεύσει τζιαμέ το κουράγιο (όντως έψαξε πολλά την αυτοκτονία τζιαι θέλει πολλή δύναμη ψυχής), εγύρισε του στα καραγκιοζιλίκκια τα ηρωικά.
Πίσω στην πίσω αυλή της βίλας. Έννεν πώς ήταν εύκολο να προσεγγίσει τον Βγενόπουλο, επείσμωσε τζιαι λλίο που το επίπεδο δυσκολίας. Αλλά μεγάλος μαλάκας ο Μασκοφόρος, θκιο ενοίκια πίσω τζιαι έκοφκε εισιτήριο για Αθήνα. Είπαμε, τα λογικά εν ήταν ακριβώς ακέραια. Εκανόνισεν τα όμως, ήρτε πίσω Κύπρο, εν επήρε κανένας είδηση, είπε της γεναίκας πώς έπιαε πιντωμένες βάρδιες να φκούν οι λοαρκασμοί τζιαι η δόση, είπε του μάστρου μια μέρα οφφ να μείνει με τη γεναίκα πως τάχα αρρώστησε το μωρό. Εν καλό πλάσμα ο μάστρος του, καλή ψυσιή. Νάκκο ηλίθιος, νάκκο αφελής, αλλά αν δεν ήταν εν θα τον απέλυε τότε που έκαμνε πατέντες με τα καύσιμα τζιαι τες αποδείξεις των οδηγών;
Έφκαλε την εφτομάα μπροστά που τα νέα να θωρεί για το Μοντ Μπελλερίν, όπου τζιαι αν είναι τούτο. Εφαντάστηκες να χρειαζετουν να παει αμαν αμαν τζιαι ποτζιεί; Πώς θα τα πλήρωνε, πώς θα τα δικαιολόγαν; Ήταν να βρει τρόπο, άμα του έμπαινε η ιδέα, ευτυχώς που εν εχρειάστηκε προς το παρών. Έκαμε τη σκέψη για Αμερική βέβαια μετά τες ειδήσεις αλλα ήταν τη στιγμής, στην έξαρση της ψιλής. Ας τα κανονίσουν μόνοι τους τζιείνοι. Εσκεφτετουν το πολλά συχνά, πώς εν δυνατόν ναν ο μόνος ξικάρφωτος πολίτης στον κόσμο που εμπούχτησε τζιαι άρκεψε να καθαρίζει κόσμο. Βέβαια μπορεί τζιαι να μεν ήταν. Ποιός ξέρει ποιοι που τους θανάτους πρώην ηγετών, τραγουδιστών (νταξει, τραγουδιστή πρέπει ναν ο μόνος που καθάρισε) εν όπως τους ακούουμε τζιαι όι κάποιος αφανής ήρωας; Μα τι ρομαντικό που ακούεται έτσι. Μαλακίες




ΥΓ: όλα είναι 100% προϊόν φαντασίας, ελπίζω τίποτε μηνύσημο, αιωνία η μνήμη των μακαριτών

Μασκοφόρος Μασκοφόρου

Επροσγειώθηκε στην πίσω αυλή της βίλας. Με εφφέ, έκαμε τζιαι το superhero landing, το γνωστό. Μπορεί να ήταν λλίο υπερβολικό, ένα φράχτη θκιο μέτρα εππήδησε αλλά άτε. Την κκάπα εν τη βάλλει, εν υπερβολή είπε, ας κρατήσει τη χαρά των superhero landings. Τελοσπάντων, η αποστολή έπρεπε ναν σύντομη. Τσακ μπαμ, να μπει να φκει.
Η ιστορία εξεκίνησε που πέρσι. Αγανάκτησε με τον Παντελίδη. Ντάξει, ποτέ δεν τον εσυμπάθησε ιδιαίτερα αλλά με το νέο τραγούδι με τον Τουρκοκύπριο του βίδωσε. Τα παιξε. Έπιασε το πρώτο αεροπλάνο για Αθήνα τζιαι εκανόνισε τον. Έπρεπε να φανεί σαν ατύχημα βέβαια. Όπως τζιαι τωρά. Ντάξει, εψιλομετάνιωσε το. Ένα τραγούδι ήταν, ένας τραγουδισταράς των μπουζουκιών ήταν, νεαρός τζιόλας που τον αγαπούσε τόσος κόσμος. Γι'αυτό του βίδωσε βέβαια, που ήταν λες τζιαι επρόδωσε την αγάπη του κόσμου. Τζιαι ναι, το τραγούδι εν τζιαι λαλεί τζιαι τίποτε. Αλλά ήταν τυφλός, τζιαι για τα λογικά του έσιει τζιαιρό που έσιει αμφιβολίες. Ό,τι έγινε έγινε. Τζιαι ας του χρειάστηκε μήνες να θωρεί το ταβάνι, τζιαι να καπνίσει φυτείες τζιαι φυτείες για να το χωνέψει τζιαι να το ξεπεράσει. Γι'αυτό επήρεν του μήνες να επιστρέψει στη δράση. Τι επιστροφή είναι τωρά με ένα περιστατικό στη δράση του, άλλη κουβέντα.
Εποσκολιέτουν τζιαι με τη δουλειά στο γραφείο, εγέννησε τζιαι η γυναίκα του, εν ήταν τζιαι ό,τι πιο εύκολο να  γυρίζει να κάμνει τον ήρωα. Να "κάμνει"; Όι, όι, πρέπει να αρκέψει να το λαλεί τζιαι ο ίδιος του εαυτού του ότι ΕΙΝΑΙ ήρωας αλλιώς εν θα γινεί ποτέ πραγματικότητα. Τούντους μήνες που μεσολαβήσαν εσχεδίαζε το μες στον νου του. Ποιός θα ήταν ο επόμενος που θα πληρώσει για ό,τι έκαμε των Κυπραίων; Η λίστα, μάσιαλλα μεγάλη. Κάποιοι όμως ήταν, κακά τα ψέματα, απλησίαστοι. Μεγάλο το ρίσκο να προσπαθήσει να τους κοντέψει, ήταν ακόμα ερασιτέχνης εξάλλου. Αλλά έστησεν το μες στον νου του. Ήβρε μια μασκούα, έκαμε τζιαι logo, όι πώς θα χρησιμέψει κάπου, να βρέθεται, ήβρε τζιαι όνομα, Μασκοφόρος Μασκοφόρου. Για να δηλώνει τζιαι την καταγωγή του. Ναι, το χιούμορ τζιαι ο σαρκασμός του έλειπε, του θλιβερού ανθρωπάκου. Ήταν όμως μια διέξοδος, ένιωθε ζωντανός μόνο που το εσκέφτετουν. Καμιά σχέση με τον κακομάζαλο υπάλληλο ραδιοταξί. Ούτε καν οδηγός ταξί, να γνωρίζει κόσμο, να συζητά, τηλεφωνητής ήταν στο κέντρο. Τζιαι καμιά σχέση ο Μασκοφόρος Μασκοφόρου με τον οικογενειάρχη, που έμπαινε σπίτι (Διαμέρισματούι) τζιαι έθελε να δώκει που το παράθυρο κάτω που τα προβλήματα που είσιε να αντιμετωπίσει. Αντί να διοχετεύσει τζιαμέ το κουράγιο (όντως έψαξε πολλά την αυτοκτονία τζιαι θέλει πολλή δύναμη ψυχής), εγύρισε του στα καραγκιοζιλίκκια τα ηρωικά.
Πίσω στην πίσω αυλή της βίλας. Έννεν πώς ήταν εύκολο να προσεγγίσει τον Βγενόπουλο, επείσμωσε τζιαι λλίο που το επίπεδο δυσκολίας. Αλλά μεγάλος μαλάκας ο Μασκοφόρος, θκιο ενοίκια πίσω τζιαι έκοφκε εισιτήριο για Αθήνα. Είπαμε, τα λογικά εν ήταν ακριβώς ακέραια. Εκανόνισεν τα όμως, ήρτε πίσω Κύπρο, εν επήρε κανένας είδηση, είπε της γεναίκας πώς έπιαε πιντωμένες βάρδιες να φκούν οι λοαρκασμοί τζιαι η δόση, είπε του μάστρου μια μέρα οφφ να μείνει με τη γεναίκα πως τάχα αρρώστησε το μωρό. Εν καλό πλάσμα ο μάστρος του, καλή ψυσιή. Νάκκο ηλίθιος, νάκκο αφελής, αλλά αν δεν ήταν εν θα τον απέλυε τότε που έκαμνε πατέντες με τα καύσιμα τζιαι τες αποδείξεις των οδηγών;
Έφκαλε την εφτομάα μπροστά που τα νέα να θωρεί για το Μοντ Μπελλερίν, όπου τζιαι αν είναι τούτο. Εφαντάστηκες να χρειαζετουν να παει αμαν αμαν τζιαι ποτζιεί; Πώς θα τα πλήρωνε, πώς θα τα δικαιολόγαν; Ήταν να βρει τρόπο, άμα του έμπαινε η ιδέα, ευτυχώς που εν εχρειάστηκε προς το παρών. Έκαμε τη σκέψη για Αμερική βέβαια μετά τες ειδήσεις αλλα ήταν τη στιγμής, στην έξαρση της ψιλής. Ας τα κανονίσουν μόνοι τους τζιείνοι. Εσκεφτετουν το πολλά συχνά, πώς εν δυνατόν ναν ο μόνος ξικάρφωτος πολίτης στον κόσμο που εμπούχτησε τζιαι άρκεψε να καθαρίζει κόσμο. Βέβαια μπορεί τζιαι να μεν ήταν. Ποιός ξέρει ποιοι που τους θανάτους πρώην ηγετών, τραγουδιστών (νταξει, τραγουδιστή πρέπει ναν ο μόνος που καθάρισε) εν όπως τους ακούουμε τζιαι όι κάποιος αφανής ήρωας; Μα τι ρομαντικό που ακούεται έτσι. Μαλακίες




ΥΓ: όλα είναι 100% προϊόν φαντασίας, ελπίζω τίποτε μηνύσημο, αιωνία η μνήμη των μακαριτών